Ο Μωρίς Χώλμπβαχ (Maurice Halbwachs 11 Μαρτίου του 1877 - 16 Μαρτίου 1945) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος, γνωστός για την ανάπτυξη της έννοιας της συλλογικής μνήμης. Γεννήθηκε στη Ρεμς, παρακολούθησε την École Normale Supérieure στο Παρίσι. Εκεί σπούδασε φιλοσοφία με τον Henri Bergson, ο οποίος τον επηρέασε σε μεγάλο βαθμό. Διαγωνίστηκε στη Φιλοσοφία το 1901 και διορίστηκε στο Γαλλικό Δημόσιο ως καθηγητής, δίδαξε σε διάφορα λύκεια πριν ταξιδέψει στη Γερμανία το 1904, όπου σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν και εργάστηκε στην καταγραφή των εργασιών του Leibniz.
Επέστρεψε στη Γαλλία το 1905 όπου συναντήθηκε με τον Emile Durkheim και άρχισε να ενδιαφέρεται για την κοινωνιολογία. Το 1909, επέστρεψε στη Γερμανία για να μελετήσει τον μαρξισμό και την οικονομία στο Βερολίνο. Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, ο Halbwachs εργάστηκε στο Υπουργείο Πολέμου. Λίγο μετά το τέλος του πολέμου, έγινε καθηγητής της κοινωνιολογίας και της παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Παρέμεινε στη θέση αυτή για πάνω από μια δεκαετία, λαμβάνοντας άδεια για ένα χρόνο ως επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όταν κλήθηκε στη Σορβόννη το 1935. Εκεί δίδαξε κοινωνιολογία και συνεργάστηκε στενά με τον Marcel Mauss και υπηρέτησε ως συντάκτης του Annales de Sociologie, το περιοδικό L'Année Sociologique. Το 1944 έλαβε μία από τις υψηλότερες τιμητικές διακρίσεις της Γαλλίας, μια καρέκλα στο Collège de France στην Κοινωνική Ψυχολογία. Λόγω της μακροχρόνιας ενασχόλησης με τον σοσιαλισμό συνελήφθη από την Γκεστάπο, μετά τη ναζιστική κατοχή του Παρισιού και απελάθηκε στο Μπούχενβαλντ, όπου και πέθανε από δυσεντερία το 1945.
Η «συλλογική μνήμη»
Ο Maurice Halbwachs εισήγαγε τον όρο «συλλογική μνήμη» για πρώτη φορά αναφέροντας ότι «η μνήμη δεν περιορίζεται στην ανάμνηση απλώς και ανάκληση του παρελθόντος, αλλά περιλαμβάνει ένα πλέγμα εξωτερικών προς το άτομο σχέσεων, μορφών και αντικειμένων που στηρίζουν, εξαντικειμενικεύουν και ενσαρκώνουν το «παρελθόν». Αλλά ποιες είναι οι «εξωτερικές προς το άτομο σχέσεις»; Ο Halbwachs εννοεί τις κοινωνικές σχέσεις. «Τα άτομα είναι αυτά που θυμούνται, αλλά τα άτομα ως μέλη κάποιας κοινωνικής ομάδας». Η μνήμη για τον Halbwachs δεν αποτελεί αποθήκευση του παρελθόντος αλλά αναπλάθεται καθημερινά υπό την επήρεια του παρόντος. Η ατομική μνήμη αποτελεί σκοπιά της θεώρησης της συλλογικής μνήμης, η οποία επαναδημιουργείται στο παρόν. Έτσι, υπάρχει μια αέναη αλληλεπίδραση ανάμεσα στην ατομική και τη συλλογική μνήμη. Πεδίο συνεύρεσης και αναφοράς μιας τέτοιας διαδικασίας μπορεί να θεωρηθεί ο χώρος. Η συλλογική μνήμη αναφέρεται πάντα σε κοινωνικά χωρικά πλαίσια. « Οι μνήμες μας είναι τοποθετημένες μέσα στους νοητικούς και υλικούς χώρους της ομάδας». Έτσι, ο Halbwachs ενώνει ουσιαστικά ατομική και συλλογική μνήμη θέτοντας τα κοινωνικά τους πλαίσια. Επισημαίνει ότι οι πράξεις των ατόμων προσανατολίζονται από τη συλλογική μνήμη, όπου η συλλογική μνήμη μεταφέρεται σ’ ένα χωροχρονικό περιβάλλον δράσης. Ο χώρος αποτελεί, λοιπόν, ένα από τα κοινωνικά πλαίσια της μνήμης.
Υποστήριξε ότι οι κοινωνικές ομάδες συνθέτουν τις δικές τους εικόνες για τον κόσμο, καταστρώνοντας μια συμπεφωνημένη εκδοχή του παρελθόντος, και επέμεινε στο ότι αυτές οι εκδοχές αποκρυσταλλώνονται μέσω της επικοινωνίας και όχι μέσω της ιδιωτικής ανάμνησης. (Maurice Halbwachs, La Mémoire collective, PUF, Παρίσι 1950). Μάλιστα, οι κατ’ ιδίαν αναμνήσεις ενός ατόμου, αλλά και η γνωσιακή διαδικασία της ανάμνησης, περιλαμβάνουν σε ένα μεγάλο ποσοστό τους στοιχεία που έχουν κοινωνική προέλευση, όπως είναι π.χ. η στρατιωτική θητεία ή ο προσκοπισμός, η παρακολούθηση των μαθημάτων στο σχολείο.
Η συλλογική μνήμη λοιπόν είναι το απόσταγμα των ιστορικών γεγονότων μιας κοινωνίας - ομάδας - συλλογικότητας, που διαμορφώνει και διαμορφώνεται από τα άτομα που τη συγκροτούν. Τα γεγονότα θα ακολουθούν την κοινωνία και θα την επηρεάζουν, έμμεσα ή άμεσα, ενώ αυτή με τη σειρά της επηρεάζει τα μέλη της και το ανάστροφο. Για παράδειγμα, οι συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου επηρεάζουν για πολλά χρόνια μετέπειτα μια κοινωνία, καθώς και τον τρόπο σκέψης της, αναπτύσσοντας την κουλτούρα και το ιδιόμορφο του χαρακτήρα της.
Πηγές: