Η ασπαρτάμη είναι μία συνθετική, μη θρεπτική, γλυκαντική ουσία (sweetener), που κυκλοφορεί με διάφορα εμπορικά ονόματα (NutraSweet, Canderel, Equal, Sanecta, Tri-Sweet) και χρησιμοποιείται ευρύτατα ως υποκατάστατο της ζάχαρης σε αναψυκτικά, τρόφιμα και γλυκά. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται η χρήση ζάχαρης και επομένως οι προσλαμβανόμενες θερμίδες. Ως πεπτίδιο, η ασπαρτάμη παρέχει περίπου 4 kcal/g, αλλά η θερμιδική της συνεισφορά μπορεί να θεωρηθεί μηδαμινή δεδομένης της μικρής απαιτούμενης ποσότητάς της για την επίτευξη του ίδιου γλυκαντικού αποτελέσματος με τη ζάχαρη.
Πώς επιτεύχθηκε η έγκριση της ασπαρτάμης για χρήση σε τρόφιμα και ποτά;
Η ασπαρτάμη ανακαλύφθηκε τυχαία το 1965 από την αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία Searle όταν διεξήγαγε έρευνες για ένα φάρμακο που αφορούσε το έλκος. Η ουσία ήταν 180 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη και η Searle προσπάθησε να πάρει την έγκριση της Αμερικανικής Υπηρεσίας Φαρμάκων και Τροφίμων (FDA, Food and Drug Administration) προκειμένου να την κυκλοφορήσει στην αγορά ως γλυκαντικό των τροφίμων.
Η Searle υπέβαλλε την πρώτη αίτησή της για έγκριση το 1973 προσκομίζοντας μελέτες που η ίδια είχε κάνει και έδειχναν ότι η ασπαρτάμη ήταν ασφαλής. Ωστόσο διατυπώθηκαν ορισμένες επιστημονικές αντιρρήσεις. Σε θερμοκρασία άνω των 30 βαθμών Κελσίου, όπως επικρατεί μέσα στο σώμα, η ασπαρτάμη διασπάται σε φαινυλαλανίνη, ασπαρτικό οξύ και μεθανόλη. Ένα μόριο ασπαρτάμης παρέχει ένα μόριο κάθε μιας από αυτές τις τρεις ουσίες.
Η φαινυλαλανίνη είναι ένα απαραίτητο αμινοξύ, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να το παίρνει από τη διατροφή. Αν όμως η φαινυλαλανίνη βρεθεί σε υψηλή συγκέντρωση μέσα στο σώμα γίνεται τοξική για τα νεύρα προκαλώντας διανοητική καθυστέρηση. Όταν κάποιος καταναλώσει αρκετή ασπαρτάμη τα επίπεδα της φαινυλαλανίνης μπορεί να ανέβουν ξαφνικά στο αίμα του πέντε φορές πάνω από το κανονικό διαταράσσοντας την ισορροπία των νευροδιαβιβαστών. Ο αμερικανός βιοχημικός Χάρολντ Γουάισμαν [Harold Waisman] τάϊσε το 1969 βρέφη μαϊμούδων με γάλα που περιείχε ασπαρτάμη και παρατήρησε ότι εκδήλωσαν επιληπτικές κρίσεις.
Φόβοι δημιουργήθηκαν και για το ασπαρτικό οξύ που επίσης είναι ένα αμινοξύ. Σε υψηλές συγκεντρώσεις, είναι κι αυτό τοξικό για τα νεύρα. Ο νευροπαθολόγος Τζων Όλνεϋ [John Olney], κάνοντας έρευνες για το ασπαρτικό οξύ το 1971, βρήκε ότι κάνει ζημιά στον εγκέφαλο των νεογέννητων ποντικιών. Μετά από αυτό, ο Όλνεϋ προσπάθησε να μπλοκάρει την έγκριση της ασπαρτάμης από τον FDA κι έτσι, άρχισε η δημόσια συζήτηση γύρω από την ουσία. Οι επιστημονικές απόψεις για το ρόλο του ασπαρτικού οξέος είναι διχασμένες. Το ασπαρτικό οξύ δεν ανεβαίνει σε πολύ υψηλά επίπεδα στους ενήλικες, ωστόσο μπορεί να υπάρχουν δυσμενείς επιπτώσεις στα μικρά παιδιά που ο εγκέφαλός τους είναι πιο ευαίσθητος.
Τα πράγματα φαίνονται ακόμα χειρότερα για τη μεθανόλη. Η ουσία αυτή μεταβολίζεται γρήγορα σε φορμαλδεϋδη μέσα στο σώμα και το δηλητηριάζει. Ωστόσο η μεθανόλη αποτελεί το 10% του μοριακού βάρους της ασπαρτάμης, μια ποσότητα που θεωρείται μικρή. Επιπλέον, η μεθανόλη υπάρχει εκ φύσεως και σε άλλα τρόφιμα, όπως είναι οι φυσικοί χυμοί και τα αλκοολούχα ποτά. Όμως, ορισμένοι επιστήμονες λένε ότι οι φυσικές τροφές έχουν συγχρόνως προστατευτικές ουσίες που λειτουργούν ως αντίδοτο, για παράδειγμα η αιθανόλη μπλοκάρει τη μετατροπή της μεθανόλης σε φορμαλδεΰδη, ενώ στα προϊόντα τύπου λάϊτ που προστίθεται η ασπαρτάμη δεν υπάρχουν τέτοιοι προστατευτικοί παράγοντες. Καθώς υπήρχε σκεπτικισμός, η αίτηση της Searle για έγκριση της ασπαρτάμης απορρίφθηκε από τον FDA.
Το 1977, τη χρονιά που ο FDA έδωσε την εντολή να γίνει έρευνα για τυχόν παραποίηση στοιχείων από τη Searle, ανέλαβε επικεφαλής της εταιρείας ένας άλλος πολιτικός - μπίζνεσμαν, ο Ντόναλντ Ράμσφελντ [Donald Rumsfeld]. Διεύθυνε τη Searle μέχρι το 1985 και επί προεδρίας Ρόναλντ Ρέϊγκαν [Ronald Reagan] έγινε ειδικός απεσταλμένος στη Μέση Ανατολή. Η κυβέρνηση Ρέϊγκαν διόρισε το 1981 στο τιμόνι του FDA ένα φίλο του Ράμσφελντ, τον 'Αρθουρ Χάϊες [Arthur Hayes]. Αμέσως, ο Χάϊες συγκρότησε μια πενταμελή επιτροπή για να εξετάσει το θέμα της ασπαρτάμης αλλά σύντομα φάνηκε ότι δεν θα μπορούσε να δοθεί η έγκριση. Ο Χάϊες πρόσθεσε ένα μέλος στην επιτροπή και ψηφίζοντας ο ίδιος ενέκρινε την ασπαρτάμη για τις στερεές τροφές με 4 ψήφους υπέρ και 3 κατά. Μετά από δύο χρόνια, ο Χάϊες παραιτήθηκε από το δημόσιο πόστο και ακολούθησε ιδιωτική καριέρα.
Το 1983, ο FDA ενέκρινε την ασπαρτάμη για τα ανθρακούχα αναψυκτικά και, το 1993, για τα υπόλοιπα αναψυκτικά, τα αρτοποιήματα και τα ζαχαροπλαστικά εδέσματα. Τελικά, το 1996 αποσύρθηκε κάθε περιορισμός και επιτράπηκε η χρήση της σ' όλα τα τρόφιμα. Σήμερα, πιστεύεται ότι η ασπαρτάμη χρησιμοποιείται σε πάνω από 6.000 τρόφιμα και κυρίως στα αναψυκτικά, τη ζεστή σοκολάτα, τις τσίχλες, τα ζαχαρωτά και τα χάπια.
Μία έρευνα - ''βόμβα'' για την τοξική δράση της ασπαρτάμης
Τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν άσχημο δρόμο για την ασπαρτάμη το 2005, όταν δημοσιεύτηκε μια εφτάχρονη μελέτη ανάμεσα σε 1.900 αρουραίους από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Ραματζίνι Ογκολογίας και Περιβαλλοντικών Επιστημών [European Ramazzini Foundation of Oncology and Environmental Sciences] που εδρεύει στην Μπολώνια της Ιταλίας. Το ίδρυμα αυτό χρηματοδοτείται από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και θεωρείται αξιόπιστο ενώ στο παρελθόν είχε βρει δύο καρκινογόνες ουσίες που απαγορεύτηκαν.
Η μελέτη βρήκε ότι η ασπαρτάμη ήταν καρκινογόνα και ο επιστημονικός διευθυντής του ιδρύματος Μοράντο Σοφφρίττι [Morando Soffritti] δήλωσε: «Αν κάτι είναι καρκινογόνο στα ζώα, τότε δεν πρέπει να προστίθεται στο φαγητό ειδικά όταν υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που πρόκειται να το καταναλώσουν». Στη συνέχεια, στη Βρετανία, ένας βουλευτής ζήτησε να απαγορευτεί η ασπαρτάμη και το θέμα έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες. Το 2006, η εφημερίδα New York Times και άλλα έντυπα δημοσίευσαν αρκετά στοιχεία για το ιστορικό της έγκρισης της ασπαρτάμης.
Επίσημη απάντηση στη μελέτη του Ιδρύματος Ραματζίνι υπήρξε μετά από ένα χρόνο. Τον Μάϊο του 2006, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων εξέδωσε μια ανακοίνωση 40 σελίδων, καταλήγοντας ότι οι αυξημένες λευχαιμίες που παρατηρήθηκαν στα ποντίκια δεν έχουν σχέση με την ασπαρτάμη ενώ οι αυξημένοι καρκίνοι στο συκώτι δεν αφορούν τον άνθρωπο. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο FDA είπε ότι η ιταλική μελέτη είχε ελαττώματα διότι κάποια ποντίκια υπέφεραν από μολύνσεις και πιθανόν αυτό να επηρέασε το αποτέλεσμα.
Το Ίδρυμα Ραματζίνι επέμενε στο αποτέλεσμά του λέγοντας ότι βρήκε 16% αύξηση των κρουσμάτων ορισμένων καρκίνων στα ποντίκια που κατανάλωναν την ασπαρτάμη. Εν τω μεταξύ, ορισμένα μέλη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων κατηγορήθηκαν για οικονομικές σχέσεις με τη βιομηχανία. Η πρόεδρος της συμβουλευτικής επιτροπής εργαζόταν για το Interantional Life Sciences Institute που χρηματοδοτείται από εταιρείες που παράγουν ή χρησιμοποιούν την ασπαρτάμη. Τελικά, το Ίδρυμα Ραματζίνι διεξήγαγε μια δεύτερη μελέτη που επιβεβαίωσε την πρώτη και είναι διαθέσιμη στο κοινό από τις 13 Ιουνίου του 2007.
Το 2010, δημοσιεύθηκαν δύο μελέτες σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την κατανάλωση των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών. Η μια μελέτη από το ERF (al Soffritti συν., 2010), σχετικά με καρκινογένεση σε ποντίκια που εκτέθηκαν σε ασπαρτάμη από ζωοτροφές, καθώς και μια επιδημιολογική μελέτη σχετικά με τη συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης της τεχνητής γλυκαντικής ουσίας μέσω αναψυκτικών και αυξημένη συχνότητα πρόωρου τοκετού (Halldorsson et al., 2010).
Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA)
Η πιο πρόσφατη επιβεβαίωση της ασφάλειας της ασπαρτάμης έγινε το 2011, όταν η αρμόδια επιτροπή της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), κατόπιν σχετικού αιτήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, απέρριψε τα αποτελέσματα δύο ερευνών που αμφισβήτησαν την ασφάλειά της (Soffritti et al 2010, Halldorsson et al 2010) και επιβεβαίωσε, για μια ακόμη φορά, ότι η ασπαρτάμη μπορεί να καταναλώνεται με ασφάλεια από όλες τις πληθυσμιακές ομάδες.
Τι πρέπει να κάνει τελικά ο καταναλωτής;
Τελικά ποιος είναι ο ρόλος της ασπαρτάμης; Επισήμως, η ουσία είναι ασφαλής αλλά οι υποψίες όλο και μεγαλώνουν. Ως γνωστόν, στα διατροφικά θέματα οι μελέτες μπορούν εύκολα να καταλήξουν σε αντικρουόμενα συμπεράσματα. Όμως, ορισμένοι πιστεύουν ότι η βιομηχανία δεν ενδιαφέρεται για την επιστημονική αλήθεια. Για παράδειγμα, ο αμερικανός καθηγητής ψυχιατρικής Ραλφ Γουώλτον [Ralph Walton] που μελετούσε την ασπαρτάμη από νευρολογικής πλευράς, βρήκε ότι από τα 166 επιστημονικά άρθρα που δημοσιεύτηκαν το διάστημα 1980 - 1985, τα 75 είχαν χρηματοδοτηθεί από τη βιομηχανία και όλα κατέληγαν ότι η ουσία ήταν ασφαλής. Από τα υπόλοιπα 92 άρθρα, τα 84 έβρισκαν δυσμενείς επιπτώσεις. Είναι σαφές ότι αυτός που χρηματοδοτεί μια έρευνα έχει τον τρόπο να επιβάλλει την άποψή του. Πολλά στοιχεία σήμερα δείχνουν ότι η ιατρική έρευνα προσφέρεται για ενοικίαση και οι καταναλωτές θα πρέπει να εμπιστεύονται μόνο τους ανεξάρτητους ερευνητές.
ΠΗΓΕΣ
1. http://www.express.gr/news/ygeia/249412oz_20091230249412.php3
2. http://www.mednutrition.gr/poso-asfalis-einai-i-katanalwsi-tis-aspartamis
3. http://www.afipnisoy.com/2012/10/blog-post_3678.html