Το 1913, οι Τ. Osborne και L. Mendel, κατά τη διάρκεια διεξαγωγής πειραμάτων σε ποντίκια, ανακάλυψαν ότι το βούτυρο περιέχει μία λιποδιαλυτή θρεπτική ουσία, απαραίτητη για την ανάπτυξη των πειραματοζώων. Ο χημικός τύπος της συγκεκριμένης ουσίας, γνωστής και ως βιταμίνης Α, αποκρυπτογραφήθηκε το 1933, ενώ συντέθηκε για πρώτη φορά το 1947.
Η βιταμίνη Α δομείται από τρία βιοενεργά μόρια: τη ρετινόλη, τη ρετινάλη και το ρετινοϊκό οξύ. Καθεμία από αυτές τις ενώσεις προέρχεται από το β-καροτένιο, το οποίο ανήκει σε μία οικογένεια μορίων γνωστά ως καροτενοειδή. Η συγκεκριμένη ουσία είναι γνωστή ως προβιταμίνη Α.
Μοριακές δομές των μορίων που συγκροτούν τη βιταμίνη Α και του β-καροτενίου
Το υπεριώδες φως απενεργοποιεί τη βιταμίνη Α ενώ η έκθεση σε θέρμανση, φως ή αέρα την καταστρέφει μέσω οξειδωτικών διαδικασιών. Στο έντερο, το β-καροτένιο επεξεργάζεται ενζυματικά σχηματίζοντας ρετινάλη ενώ στη συνέχεια ανάγεται ενζυματικά σε ρετινόλη. Στη συνέχεια, η ρετινόλη εστεροποιείται, μεταφέρεται στο αίμα και από εκεί στο συκώτι, όπου και αποθηκεύεται ως λιπιδικός εστέρας. Συνεπώς, το 90% της βιταμίνης Α βρίσκεται στο συκώτι.
Διατροφικές πηγές του β-καροτενίου είναι τα καρότα, τα βαθυκίτρινα και βαθυπράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, σέσκουλα, πιπεριά κ.α.) ενώ της βιταμίνης Α τα ιχθυέλαια, ο κρόκος των αυγών, το συκώτι, το πλήρες γάλα, το βούτυρο και το τυρί.
Η βιταμίνη Α διαδραματίζει τρεις κύριες λειτουργίες στον ανθρώπινο οργανισμό: γονιδιακή ρύθμιση, σωστή οπτική λειτουργία και διατήρηση της γενικότερης υγείας των οργάνων του σώματος.
Γονιδιακή ρύθμιση
Η ρετινόλη και το ρετινοϊκό οξύ προσδένονται σε εξειδικευμένους πρωτεϊνικούς υποδοχείς, αλληλεπιδρώντας με διάφορα γονίδια που σχετίζονται με την ανάπτυξη και διαφοροποίηση και επηρεάζοντας την έκφρασή τους. Για παράδειγμα, η έκφραση των γονιδιακών μοτίβων που εμπλέκονται με τις διεργασίες της πρώιμης εμβρυολογικής ανάπτυξης.
Σωστή οπτική λειτουργία
Η βιταμίνη Α παίζει πολύ σημαντικό και άμεσο ρόλο στη λειτουργία της όρασης. Η πλέον φωτοευαίσθητη ουσία στα μάτια των περισσοτέρων θηλαστικών είναι μία πρωτεϊνη, γνωστή ως οψίνη (βρίσκεται εντός του αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού). Η οψίνη συνδέεται ομοιοπολικά με την αλδεϋδική μορφή της βιταμίνης Α (cis-ρετινάλη). Έκθεση του ματιού σε υπεριώδη ακτινοβολία έχει ως αποτέλεσμα μία σειρά αντιδράσεων στα κύτταρα του φωτοϋποδοχέα, στις οποίες μεσολαβεί η cis-ρετινάλη, απορροφώντας το φως. Αυτό οδηγεί σταδιακά σε πολλαπλασιασμό των νευρικών ερεθισμάτων από το οπτικό νεύρο του ματιού προς τον εγκέφαλο, στον οποίο γίνεται επεξεργασία του οπτικού ερεθίσματος.
Διατήρηση της γενικότερης υγείας των οργάνων του σώματος
Η ρετινόλη, επίσης, εμπλέκεται στη σύνθεση ορισμένων γλυκοπρωτεϊνών και πολυσακχαριτών, απαραίτητων για την παραγωγή βλέννας και για την ομαλή ρύθμιση της ανάπτυξης στα περισσότερα σωματικά όργανα. Για παράδειγμα, η βιταμίνη Α απαιτείται για τη διατήρηση της ακεραιότητας των δερματικών και βλεννωδών μεμβρανών, τη φυσιολογική ανάπτυξη των οστών και των δοντιών και την κανονική αναπαραγωγική ικανότητα. Επιπρόσθετα, δρα ως αντιοξειδωτικό εμφανίζοντας αντικαρκινική και αντιαθηροσκληρωτική δράση.
ΠΗΓΕΣ
1. Toedt, J. Koza, D. and Van Cleef-Toedt, K., (2005), Chemical Composition of Everyday Products, Greenwood Press, 88 Post Road West, Westport, CT 06881.