«Δεν έχεις καθόλου αυτοπεποίθηση», «Συνέχεια μειώνεις τον εαυτό σου, γιατί;». Αυτές είναι οι φράσεις με τις οποίες θα ασχοληθούμε στο άρθρο μας, καθώς συνδέονται με την έννοια του εαυτού. Θα δούμε από τι αποτελείται η έννοια του εαυτού και γιατί για μια ακόμη φορά οι φράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας θεωρούνται καταχρηστικές.
Ας δούμε λοιπόν από τι αποτελείται η έννοια του εαυτού. Όπως είχαμε αναφέρει στο πρώτο μας άρθρο σχετικά με τον ορισμό της Ψυχολογίας, υπάρχουν τρεις πτυχές του ατόμου σύμφωνα με τις οποίες αξιολογεί την καθημερινή μας ζωή. Το συναίσθημα, τη σκέψη και τη συμπεριφορά. Από την άλλη μεριά, οι δύο βασικές συνιστώσες της έννοιας του εαυτού είναι η αυτοαντίληψη ή αλλιώς αυτοεικόνα και η αυτοεκτίμηση ή αλλιώς σφαιρική αυτοαξία. Ένας εύστοχος ορισμός για την αυτοαντίληψη είναι αυτός του Kinch, ο οποίος θεωρεί ότι η αυτοαντίληψη συνιστά ένα σχήμα γνώσης και είναι το αποτέλεσμα του συνόλου των αναφορών που το άτομο λαμβάνει για τον εαυτό του από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Ένα παράδειγμα είναι η φράση: «Είμαι ψηλός». Δεύτερον, η αυτοεκτίμηση επηρεάζεται από τις προσωπικές φιλοδοξίες (επιδιώξεις) και τις υποκειμενικές αξιολογήσεις του ατόμου σχετικά με την επίτευξη ή όχι των επιδιωκόμενων στόχων του. Για παράδειγμα: «Δεν αξίζω να είμαι με κάποιον».
Με βάση την αυτοαντίληψη και την αυτοεκτίμηση δημιουργούνται οι στάσεις και οι απόψεις ενός ατόμου σχετικά με τον εαυτό του. Αποτελούν παράλληλα όμως και τα δύο στάδια από τα οποία περνούν οι αποφάσεις μας πριν υλοποιηθούν. Πιο συγκεκριμένα, αν για παράδειγμα κάποιο άτομο παρατηρήσει πως είναι υπέρβαρο βρίσκεται στο πρώτο στάδιο, αυτό της αυτοαντίληψης. Στη συνέχεια, περνώντας στο δεύτερο στάδιο, αυτό της αυτοεκτίμησης, το άτομο αξιολογεί με μια συναισθηματική χροιά το σώμα του και, αν αυτή η αξιολόγηση είναι αρνητική, υπάρχουν πολλές πιθανότητες να περάσει στο τρίτο στάδιο, που είναι η συμπεριφορά που θα το βοηθήσει να εξαλείψει την αρνητική γνώμη για το σώμα του, ξεκινώντας καθημερινή άσκηση. Πάμε να το δούμε πιο αναλυτικά:
Οι αυτοαξιολογήσεις στις οποίες επιδίδεται κάποιος σε επίπεδο αυτοαντίληψης πηγάζουν από τις τρεις εκδοχές της έννοιας του εαυτού:
Ο πραγματικός εαυτός, ο οποίος αντιπροσωπεύει τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες που αντιλαμβάνεται το ίδιο το άτομο.
Ο ιδανικός εαυτός, ο οποίος αντιπροσωπεύει το είδος του ατόμου που κάποιος ελπίζει να γίνει ή που ιδανικά θα ήθελε να είναι.
Ο δεοντικός εαυτός, ο οποίος αντιπροσωπεύει τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες που κάποιος θα έπρεπε να έχει. Με άλλα λόγια, ίσως να αποτελεί το ηθικό μας σύστημα.
Μέσα από τις συγκρίσεις που πραγματοποιεί το άτομο μεταξύ του πραγματικού και του ιδανικού του εαυτού και με την παρέμβαση του δεοντικού του εαυτού, προβαίνει σε αυτοαξιολογήσεις, ολοκληρώνοντας το πρώτο στάδιο που ονομάζεται και γνωστικό. Στο παράδειγμα που αναφέραμε προηγουμένως, το άτομο αντιλαμβάνεται πως ο πραγματικός του εαυτός είναι υπέρβαρος, ενώ ο ιδανικός εαυτός που επιδιώκει να έχει δεν ανταποκρίνεται σε αυτό το χαρακτηριστικό.
Οι αυτοαξιολογήσεις περνούν στο δεύτερο στάδιο, που ονομάζεται και συναισθηματικό - αξιολογητικό, όπου είναι η αυτοεκτίμηση. Το επίπεδο αυτής καθορίζεται από το πόσες επιδιώξεις του ατόμου έχουν μετατραπεί σε επιτυχίες στο παρελθόν. Με βάση αυτή τη συσχέτιση μπορούμε να προβλέψουμε, ως ένα βαθμό, τη συμπεριφορά που θα εκδηλώσει το άτομο στο τρίτο στάδιο, που ονομάζεται και πραξιακό. Για να παραλληλίσουμε τα στάδια αυτά με το προηγούμενο παράδειγμα, το άτομο με χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να χαρακτηρίσει αρνητικά το σώμα του και να προβεί στα πλαίσια του τρίτου σταδίου σε σωματική άσκηση, ενώ ένα άτομο με υψηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να συμβιβαστεί με την εικόνα του σώματος του και να μην κάνει τίποτα γι’ αυτό το ζήτημα.
Τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας με τα τρία στάδια, αν βοηθούν το άτομο να πλησιάσει τον ιδανικό του εαυτό, τον οδηγούν στην αυτοβελτίωση και στο αίσθημα της αυτοαποτελεσματικότητας. Το αίσθημα της αυτοαποτελεσματικότητας είναι το αίσθημα της αυτοπεποίθησης που θέλουμε να αισθανόμαστε στην καθημερινότητά μας και έχει να κάνει με την πεποίθηση που αναπτύσσει το άτομο ότι μπορεί να δράσει αποτελεσματικά στο μέλλον. Το γεγονός, λοιπόν, ότι κάποια άτομα μπορεί να μειώνουν τον εαυτό τους ίσως σχετίζεται με ένα αδύναμο αίσθημα αυτοαποτελεσματικότητας, που πηγάζει από μειωμένη αυτοεκτίμηση.
Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι, όταν μιλάμε για αυτοπεποίθηση, εννοούμε το αίσθημα αυτοαποτελεσματικότητας που έχουμε και, σε περίπτωση που αυτό φαίνεται να μην είναι τόσο δυνατό, καλό θα ήταν να ζητήσουμε τη στήριξη από το περιβάλλον μας ή από έναν ειδικό ψυχικής υγείας για να ενισχύσουμε την αυτοεκτίμηση μας.
Πηγές:
Μακρή – Μπότσαρη Ε., Αυτοαντίληψη και αυτοεκτίμηση (2001). Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.