Το μυστήριο…
Ζούσε συντροφιά με τη νεκρή κόρη της. Ερωτεύθηκε ένα ληστή που έζησε σε άλλη εποχή. Άφησε τη σφραγίδα της στην Αθήνα με τα κομψά της αρχιτεκτονήματα. Απέκτησε δικό της σταθμό στο Μετρό. Η Δούκισσα της Πλακεντίας αφήνει τον μύθο πίσω της.
Ηταν η πλουσιότερη γυναίκα της Αθήνας - πιο ευκατάστατη και από τον βασιλιά Όθωνα. Ντυμένη στα λευκά, διαφέντευε αρχιτέκτονες και μαστόρους. Αγόραζε και πωλούσε οικόπεδα στην Αττική με ταλέντο που θα ζήλευε και ο καλύτερος μεσίτης. Δάνειζε χρήματα με τόκο. Υποστήριξε και, εν συνεχεία, μίσησε τον Καποδίστρια όσο λίγοι.
Η ζωή της πολυτάραχη και η φήμη της μεγάλη…Ποια ήταν όμως;
Δούκισσα της Πλακεντίας ή Σοφία Λεμπρέν (Sophie de Marbois-Lebrun) (1785-1854). Γεννήθηκε το 1785 στην Πενσυλβάνια των Η.Π.Α. και ήταν κόρη του Γάλλου διπλωμάτη, Φραγκίσκου Μπαρμπέ ντε Μπαρμπουά και της Αμερικανίδας Ελίζαμπεθ Μουρ. Το 1804, παντρεύτηκε το στρατηγό Κάρολο Λεμπρέν, ο οποίος ήταν υπασπιστής του Ναπολέοντα και δούκας της Πλακεντίας (η λατινική ονομασία του σημερινού ιταλικού νομού και πόλης Πιατσέντζα). Μαζί απέκτησαν μια κόρη, την Καρολίνα Ελίζα. Η συμβίωση τους όμως ήταν προβληματική, με αποτέλεσμα σύντομα να καταλήξουν να ζουν σε διάσταση, χωρίς ποτέ να εκδοθεί διαζύγιο. Εγκαταλείποντας τη Γαλλία, διέμενε στην Ιταλία. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, τόσο η ίδια όσο και η κόρη της διέθεσαν πολλά χρήματα διακρινόμενες για τον Φιλελληνισμό τους. Η δράση της εστιάστηκε στην ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων με μεγάλη οικονομική και κοινωνική συνεισφορά κατά τα πρώτα χρόνια εδραίωσης του νεοελληνικού έθνους.
Ένα πρόσωπο, όμως, το οποίο εντυπωσίασε τη Δούκισσα, λόγω της μόρφωσης του, ήταν ο Καποδίστριας τον οποίο συνάντησε το 1826 στο Παρίσι. Η γνωριμία τους και η σχέση τους αποτέλεσαν και αποτελούν μυστήριο. Το 1830, η δούκισσα με την κόρη της εγκαθίστανται στο Ναύπλιο. Εκεί, ενίσχυσε οικονομικά την τότε νεοσύστατη δημοτική εκπαίδευση και ανέλαβε την επιμόρφωση άπορων θυγατέρων αγωνιστών. Παρακολουθώντας όμως τα τεκταινόμενα, αναγκάσθηκε, αντιπολιτευόμενη τον κυβερνήτη Καποδίστρια, να μετατραπεί σε μισητό του εχθρό. Μετά από παραμονή 17 μηνών στην Ελλάδα, η Σοφία αναχώρησε με την κόρη της για Ιταλία. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια το 1831, διένειμε η ίδια φυλλάδια στη Γαλλία για τον αήθη τρόπο που κυβερνούσε την Ελλάδα, υπερασπιζόμενη τους Μαυρομιχαλαίους και μιλώντας για πράξη δικαιοσύνης! Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τότε υπέθεσαν ότι ουσιαστικά, πίσω από η δολοφονία του, βρισκόταν εκείνη.
Το 1834, που επέστρεψε μόνιμα στην Ελλάδα με τη κόρη της και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, αγόρασε αγροκτήματα και μεγάλες εκτάσεις στη περιοχή του Πεντελικού και γύρω από την Αθήνα, στα οποία και οικοδόμησε τα δύο μέγαρα. Το 1840, με σταθερό σύντροφό της τον αρχιτέκτονα Κλεάνθη έρχεται στην Πεντέλη, μιλάει με μοναχούς, αγοράζει κτήματα και υπογράφει συμβόλαια ενώ ξεκινούν και οικοδομικές εργασίες με τον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη και τον μηχανικό – γεωμέτρη Αλέξανδρο Γεωργαντά, με σκοπό την ίδρυση νέου δουκάτου στην Πεντέλη. Έτσι, έχτισε τρία σπίτια στην Πεντέλη, το ένα στη λεωφόρο Ελευθερίου Βενιζέλου (ερείπιο σήμερα), ένα στην Πλατεία Χαραυγής, οδοί Τσάκωνα και Αθανασιάδη γωνία, ιδιόκτητο σήμερα, και το ανάκτορο της Ροδοδάφνης που είναι το Πολιτιστικό Κέντρο της Κοινότητας Πεντέλης.
Ακόμα μεγαλύτερο μυστήριο προέκυψε περί το 1836, όταν στη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Βηρυττό, πέθανε ξαφνικά, σε νεαρή ηλικία, η κόρη της Δούκισσας, η Ελίζα. Ήταν τόση η θλίψη της για το χαμό της ώστε δεν μπόρεσε να αποδεχτεί ποτέ εκείνο το γεγονός! Και έτσι, αποφάσισε, να «εκδικηθεί» τον Θεό, επειδή θεώρησε ότι δεν προστάτεψε την κόρη της. Και γι’ αυτό, απαρνήθηκε τη χριστιανική της πίστη.
Με την επιστροφή της στην Ελλάδα, ταρρίχευσε το πτώμα της κόρης της όπου το έβαλε μέσα σε γυάλα, η οποία είχε χαμηλή θερμοκρασία, προκειμένου αυτό να παραμένει σχετικά άφθαρτο. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι φερόταν στο άψυχο κορμί του παιδιού της σαν να ήταν ζωντανή ενώ δεν είχε ανακοινώσει σε κανέναν το θάνατό της.
Αυτή η ιστορία κράτησε πάνω από 10 χρόνια. Μέχρι δηλαδή την πυρκαγιά που ξέσπασε στο υπόγειο του σπιτιού της Δούκισσας, στις 19 Δεκεμβρίου του 1847, η οποία και αποτέφρωσε εντελώς το βαλσαμωμένο κορμί της κόρης της. Έκτοτε και μέχρι το θάνατό της, το 1854, έγινε ακόμα πιο απόμακρη από τον κόσμο και πολύ πιο παράξενη, ενώ σταμάτησε να δέχεται επισκέψεις και απομονώθηκε τελείως στον εαυτό της. Η δούκισσα Σοφία άρχισε να γερνάει απότομα..
Στην αρχή, απαρνιέται την Ορθοδοξία και ασπάζεται την Ιουδαϊκή θρησκεία. Οι κοινωνικές συναναστροφές και οι πολιτικές ιδέες της την οδήγησαν να εισάγει στην Ελλάδα μια νέα θεοκρατική κοινωνική οργάνωση μετατρέποντας το μέγαρό των Ιλισίων σε κέντρο διάφορων Ελλήνων και ξένων λογίων, διανέμοντας κτήματα και τίτλους ευγενείας σε εξέχουσες μεν ελληνικές οικογένειες, στερούμενη όμως από την πρότερη αγαθοποιό κοινωφελή δράση της. Αυτό είχε ως συνέπεια να αποξενωθεί ακόμα περισσότερο. Τον Ιούνιο του 1846, η Σοφία φέρεται να αιχμαλωτίστηκε από τον λήσταρχο Μπίμπιση, αλλά προτού προλάβει εκείνη να παραδώσει μέσω απεσταλμένου της τα υψηλά λύτρα, οι κάτοικοι της περιοχής έσπευσαν να τη σώσουν καθώς ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής αφού, εκτός των άλλων, είχε πληρώσει για να γίνει το πέτρινο τοξωτό γεφύρι στο ρέμα Χαλανδρίου. Γρήγορα όμως στη λαϊκή συνείδηση, ο Μπίμπισης αντικαταστάθηκε από τον περισσότερο γνωστό λήσταρχο Νταβέλη ενώ η λαϊκή φαντασία μετέτρεψε την ομηρεία σε παθιασμένο έρωτα. Ακολούθησαν άλλες ιστορίες, αναδιαρθρώνοντας κάθε φορά ιστορικά γεγονότα. Αλήθεια πάντως είναι πως με δικά της έξοδα ανακατασκεύασε το 1854 τη Συναγωγή στη Χαλκίδα, καθώς επίσης και, με έξοδά της, συνέχισε η δεύτερη έκδοση των "Χρονικών" του Μεσολογγίου.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής της, δεν δεχόταν καμία επίσκεψη εκτός από τη Δεσποινίδα των Τιμών της Βασίλισσας Αμαλίας, την Φωτεινή Μαυρομιχάλη, την οποία και η ίδια είχε αναθρέψει, και την κόρη του ήρωα του Μεσολογγίου, Χρήστου Καψάλη. Απεβίωσε το 1854 σε ηλικία 64 χρονών. Ετάφη μαζί με την κόρη της στον Πύργο της στη Πεντέλη. Ο δε κληρονόμος αυτής, ανηψιός της από τη Γαλλία, πούλησε τα περισσότερα κτήματά της στο Ελληνικό Δημόσιο. Λέγεται ότι ο τάφος της διασώθηκε μέχρι και το 1946, όταν κάποιοι ασυνείδητοι τον κατέστρεψαν. Η Δούκισσα της Πλακεντίας διέθεσε πάνω από 40.000 δραχμές για λογαριασμό της Ελλάδας.
Σήμερα, ο πύργος της είναι γνωστός σαν "Πύργος Δουκίσσης Πλακεντίας", ενώ τον ίδιο τίτλο έχει πάρει και ο Σταθμός Δουκίσσης Πλακεντίας του Αθηναϊκού Μετρό.
Ο πύργος της έγινε επίκεντρο τεράστιου ενδιαφέροντος, κι αυτό διότι εκεί η Δούκισσα μάζευε αρκετές φορές τους πολύ παράξενους φίλους της και κλείνονταν όλοι μαζί στον πύργο, όπου πραγματοποιούσαν τα μυστηριώδη τους «συμπόσια».
Ο δύστροπος χαρακτήρας της και η περιθωριακή της συμπεριφορά, σε συνδυασμό με τις νέες τις παρέες, οδήγησαν τον κόσμο στο να την θεωρήσει ότι επιδίδεται σε σατανολατρείες, ενώ παράλληλα υπήρχαν ψίθυροι για τις σχέσεις της με τους διάφορους ληστές της εποχής που δρούσαν εκείνη την περίοδο στην Αττική. Στον πύργο της Δούκισσας, κρύβονται πάρα πολλά μυστικά ακόμη και σήμερα…
Η ζωή της υπήρξε πολυτάραχη. Ο μύθος που την ακολουθεί δύο αιώνες αργότερα είναι ακόμη μεγαλύτερος. Ποια μπορεί να ήταν όμως στην πραγματικότητα η Σοφί ντε Μαρμπουά Λεμπράν, που οι περισσότεροι γνωρίζουμε ως Δούκισσα της Πλακεντίας; Ίσως το αληθινό πρόσωπο αφορά μία γυναίκα με ισχυρή προσωπικότητα την οποία δεν κατανοούσαν οι άνθρωποι της εποχής της, κι έτσι γρήγορα η παρουσία της μπορεί να έλαβε διαστάσεις αστικού μύθου…
Πηγές: